Μωμογέρια - Το έθιμο

 

Όπως είναι ευρέως γνωστό, οι Πόντιοι, ζώντας αποκομμένοι από τον υπόλοιπο ελληνισμό, δημιούργησαν τον πολιτισμό τους κάτω από τις σκληρές συνθήκες της τουρκικής δουλείας και των βίαιων εξισλαμισμών. Ήταν λοιπόν επιτακτική η ανάγκη τους να κρατήσουν αναλλοίωτα το γλωσσικό τους ιδίωμα και πολλά άλλα στοιχεία του λαϊκού τους πολιτισμού, με σκοπό να διαφυλάξουν τον εθνικό τους χαρακτήρα και τη θρησκευτική τους κληρονομιά. Μέσα στα πλαίσια αυτής της ανάγκης, και καθώς πάντοτε υπήρξαν λαός χαρούμενος, δημιούργησαν το λαϊκό σατιρικό θέαμα των Μωμογέρων.

Οι Μωμόγεροι, ή τα Μωμογέρια, έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία Ελλάδα, στις αρχαίες διονυσιακές τελετές ή αγροτικές γιορτές. Η ονομασία τους δεν είναι εξακριβωμένο από πού προέρχεται, το βέβαιο πάντως είναι ότι το δεύτερο συνθετικό προέρχεται από τη λέξη γέρος, ενώ το πρώτο ενδεχομένως από την λέξη Μώμος, που ήταν Θεός των αρχαίων, προσωποποίηση της χλεύης και τις κατακρίσεως ή ακόμα και από την γνωστή και σήμερα λέξη μίμος. Το γεγονός άλλωστε πως οι Τούρκοι του Πόντου, ούτε είχαν ούτε έχουν τα δρώμενα αυτά επιβεβαιώνει την πλήρη ελληνικότητα του εθίμου.

Η αρχική παρουσία λοιπόν των Μωμογέρων είχε κάποιο σκοπό μαγικό και χαρακτήρα τελετουργικό, εντούτοις, με την πάροδο του χρόνου, ενσωματώθηκαν σ’ αυτούς στοιχεία Χριστιανικά και πήραν τη μορφή θεατρικής παράστασης. Η παράσταση αυτή έχει όλα τα χαρακτηριστικά της λαϊκής δημιουργίας: την ομαδικότητα, την ανωνυμία της δημιουργίας της παράστασης από ερασιτέχνες άντρες υποκριτές που μεταμφιέζονται και την προφορική μεταβίβαση του σεναρίου και της καλλιτεχνικής πείρας από άτομο σε άτομο και από γενιά σε γενιά.

Έτσι, από την τουρκοκρατία μέχρι τις ημέρες του ξεριζωμού ,οι Μωμόγεροι ήταν εντελώς θεατροποιημένοι, είχαν σκοπό κυρίως ψυχαγωγικό και κανένα δείγμα τελετουργικό δεν υπήρχε σ’ αυτούς. Παρουσιάζονταν δε σχεδόν σε όλες τις πόλεις και τα χωριά του Πόντου, αλλού όλο το δωδεκαήμερο, από τα Χριστούγεννα μέχρι των Φώτων, αλλού κάποιες ημέρες του Δωδεκαημέρου, όπως την Πρωτοχρονιά.

Οι θίασοι δεν ήταν όμοιοι σε όλα τα μέρη (έχουν καταγραφεί πάνω από 50 παραλλαγές) , ήταν αυτοσχέδιοι και παρουσιάζονταν κυρίως από νέους, οι οποίοι εκτός από το να ψυχαγωγήσουν τους συγχωριανούς τους στόχευαν και στη συγκέντρωση φιλοδωρημάτων. Από τα φιλοδωρήματα αυτά, όσα ήταν σε είδος (βούτυρο, τυρί , αλεύρι κ.λ.π ) άλλοτε μοιράζονταν σε φτωχές οικογένειες και άλλοτε καταναλίσκονταν μεταξύ των μελών του θιάσου. Όσα δε ήταν σε χρήμα, πήγαιναν σχεδόν πάντα στο ταμείο της κοινότητας, του σχολείου ή της εκκλησίας.

Το περιεχόμενο των παραστάσεων ήταν κατά κανόνα κωμικό, γι’ αυτό και οι παραστάσεις των Μωμογέρων χαρακτηρίζονται ως κωμωδία. Η κωμωδία όμως αυτή έπαιρνε σε πολλές περιπτώσεις κοινωνικές διαστάσεις, σατιρίζοντας τη διαφθορά και την αυταρχικότητα των Τούρκων δικαστών, των γιατρών και των τουρκικών αστυνομικών οργάνων, καθώς και την τυραννική συμπεριφορά των πρώτων σε βάρος των απλών, φτωχών ανθρώπων και ραγιάδων. Η αντίδραση σε όλα αυτά ήταν η κοροϊδία και τα κωμικά καμώματα από τη μεριά των καταπιεζομένων ή και ο εξευτελισμός, καμιά φορά, των αφεντάδων.

Αυτές οι θεατρικές παραστάσεις μεταφέρθηκαν από τους προγόνους μας με τον ξεριζωμό στον ελλαδικό χώρο και, μέχρι το 1950, συνέχισαν να παρουσιάζονται σε αρκετά χωριά της χώρας μας. Εντούτοις, τα τελευταία χρόνια η αναβίωσή του εθίμου των Μωμογέρων έχει περιοριστεί σε μεμονωμένες προσπάθειες συλλόγων και πολιτιστικών φορέων.

Ο Σύλλογος Ποντίων Νέστου, υπηρετώντας το σκοπό του που δεν είναι άλλος από τη διατήρηση και διάδοση των ηθών και των εθίμων του Πόντου, αναβιώνει ανά τακτά χρονικά διαστήματα το έθιμο αυτό, καθώς έχει πολύ σωστά ειπωθεί ότι οι λαοί που δε μελετούν και δεν έρχονται σε επαφή με τις ρίζες τους είναι καταδικασμένοι να χάσουν κάποια μέρα την ταυτότητά τους.